Ασωπός : Η απέναντι όχθη της ενημέρωσης στον Ωρωπό

Αναγνώστες

Για διαφήμιση στην μηνιαία εφημερίδα «ΑΣΩΠΟΣ» επικοινωνείτε στο emaiι: efasopos@gmail.com στο κιν.: 6984454399

Ιστορικά




Η Ελλάδα στον απόηχο της Μικρασιατικής καταστροφής

Του Βλάση Αχτζίδη ιστορικού, επιστημονικού συνεργάτη «Κοινόν Ωρωπίων»

Η Μικρασιατική καταστροφή φαίνεται ότι για καιρό ακόμα θα στοιχειώνει τις συζητήσεις και τους προβληματισμούς για τη πορεία του νεώτερου Ελληνισμού. Ειδικά σήμερα που το κενό που άφησαν οι Έλληνες στην Ανατολική πλευρά του Αιγαίου, έχει πλέον καλυφθεί από έναν ακμαίο πληθυσμό και από μια επιθετική κρατική δύναμη, που θυμίζει συνεχώς εν τοις πράγμασι, ότι μόνο όποιος κατέχει και τις δύο ακτές μπορεί να ορίζει το Αρχιπέλαγος.

Το Ελληνικό εγχείρημα της απόβασης στη Σμύρνη τον Μάιο του 19 είχε πολύ λιγότερες δυσκολίες από την Παλιγγενεσία, έναν αιώνα πριν. Για πρώτη φορά στην ιστορία οι νικήτριες Μεγάλες Δυνάμεις είχαν αποφασίσει τελεσιδίκως τη διάλυση του Μεγάλου Ασθενούς. Με έναν περίεργο τρόπο οι νικητές του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ακολούθησαν εν αγνοία τους και από ανάγκη τη συμβουλή προς επαναστάτες της Ρόζας Λούξεμπουργκ, η οποία λίγα χρόνια πριν έγραφε: «Η Τουρκία δεν μπορεί να αναγεννηθεί σαν σύνολο, γιατί αποτελείται από διαφορετικές χώρες. Κανένα υλικό συμφέρον, καμιά κοινή εξέλιξη που θα μπορούσε να τις συνδέσει δεν είχε δημιουργηθεί. Αντίθετα, η καταπίεση και η αθλιότητα της κοινής υπαγωγής στο τουρκικό κράτος γίνονται όλο και μεγαλύτερες. Έτσι δημιουργήθηκε μια φυσική τάση των διαφόρων εθνοτήτων να αποσπασθούν από το σύνολο και να αναζητήσουν μέσα από την αυτόνομη ύπαρξη το δρόμο για μια καλύτερη κοινωνική εξέλιξη. Η κρίση της Ιστορίας για την Τουρκία είχε πια βγει: Βάδιζε προς την διάλυση.

Την εποχή εκείνη η Ελλάδα βρισκόταν στο στρατόπεδο των νικητών, τα στρατεύματα της δεν είχαν υποστεί μεγάλες απώλειες την περίοδο 1916-1918, τα δύο εκατομμύρια των Ελλήνων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είχαν βιώσει από το 1914 μια πολιτική γενοκτονίας, που είχε αποφασιστεί πολύ νωρίτερα και είχε οργανωθεί συστηματικά. Ειδικά στις περιοχές του Πόντου, της Ιωνίας και της Ανατολικής Θράκης είχε αρχίσει από το 1914 η συστηματική και μεθοδευμένη εξόντωση των χριστιανικών πληθυσμών από το εθνικιστικό κίνημα των νεότουρκων, που ονειρευόταν την εθνική ομογενοποίηση ενός εκτεταμένου γεωγραφικού χώρου, που περιελάμβανε τις περιοχές των τουρκόφωνων Ουιγούρων της Δυτικής Κίνας και έφτανε μέχρι τα Βαλκάνια. Η πρώτη πράξη αυτού του σχεδίου προέβλεπε τη δημιουργία μιας εθνικά «καθαρής» Τουρκίας, η οποία θα αντικαθιστούσε τη παλιά προνεωτερική Ισλαμική Αυτοκρατορία. Το πλαίσιο του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου διευκόλυνε την υλοποίηση του νεοτουρκικού σχεδιασμού.
Κατά συνέπεια, θα ήταν αφύσικη η εξέλιξη να μη συμμετείχε η Ελλάδα στη διαμόρφωση του μεταπολεμικού πολιτικού σκηνικού. Ειδικά όταν η εθνική ολοκλήρωση ήταν ακόμη μια εν εξελίξει διαδικασία. Και ο αναγκαίος όρος που έλειπε να μετατραπεί η Ελλάδα σε ένα πραγματικό έθνος-κράτος ήταν η ενσωμάτωση των ακμαίων αστικών περιοχών της Ιωνίας και της Ανατολικής Θράκης.
Ίσως το μόνο ερώτημα που θα κληθούν να απαντήσουν ιστορικοί αλλά και ψυχολόγοι, ήταν τα βαθύτερα κίνητρα του Βενιζέλου να προκηρύξει εκλογές εν μέσω του Μικρασιατικού πολέμου, ενώ οι προϋποθέσεις της  νίκης βρίσκονταν στα χέρια του. Επί πλέον φαίνεται ότι για πρώτη φορά οι Βρετανοί προσανατολίζονταν στην ευνοϊκή αντιμετώπιση του Ποντιακού Ζητήματος. Το παράδοξο επίσης, που δεν δικαιολογείται από τις αντικειμενικές συνθήκες, είναι το γεγονός ότι ο Βενιζέλος προκήρυξε τις εκλογές της, ενώ οι αντίπαλοί του ήταν το αντιπολεμικό, αντιμικρασιατικό βασιλο-κομμουνιστικό Μέτωπο της «μικράς πλην εντίμου» και οι εθνικές μειονότητες των νέων χωρών.

Η ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
Οκτώμισι δεκαετίες μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή δεν έχει δοθεί οριστική απάντηση  στο καίριο ιστορικό ερώτημα: Υπήρξε απόβαση του Ελληνικού Στρατού στη Σμύρνη, ως αφετηρία, και η επέκταση έκτοτε της Ελληνικής κυριαρχίας στην Ιωνία λελογισμένη πράξη; Η μήπως απετέλεσε εκδήλωση πνεύματος τυχοδιωκτισμού ή έστω επιλογή παρακινδυνευμένη, προορισμένη να προσκρούσει σε αντιδράσεις ανυπέρβλητες; Η απάντηση συνδέθηκε νωρίς με συνέπειες του Διχασμού, που μάστιζε τότε την Ελλάδα.
Η παρουσία του ελληνισμού εκτός των συνόρων του  μικρού Ελληνικού κράτους, όπως αυτά χαράχθηκαν το 1832, δημιουργούσε μείζονα προβλήματα: Σε ολόκληρη έκτοτε την διάρκεια του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα η δημόσια ζωή του ελεύθερου βασιλείου θα κυριαρχηθεί, σε όλες τις εκφάνσεις της, από την παρόρμηση για την απελευθέρωση όσων ομοεθνών είχαν, ερήμην της θέλησής των παραμείνει υπό τον Οθωμανικό ζυγό. Η Σμύρνη κατείχε το επίκεντρο σε μια ευρύτερη ζώνη, όπου διαχρονικά είχε δεσπόσει ο ελληνισμός. Μετά τις μεταρρυθμίσεις του Τανζιμάτ οι Έλληνες αναπτύσσονται ραγδαία πολιτισμικά και οικονομικά. Ανάμεσα στους Χριστιανούς  καταλάμβαναν την πρώτη, εξ αποστάσεως θέση. Ήταν εύλογο να επιζητήσουν την πλήρη αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού, προσβλέποντας στην καθολική χειραφετήσει τους, όπως και οι ομόθρησκοι  τους Αρμένιοι. Το Κίνημα των Νεότουρκων και οι Βαλκανικοί Πόλεμοι, επέφεραν μεγάλες αλλαγές στη ζωή των λαών που κατοικούσαν στην Οθωμανική αυτοκρατορία. Παρά τις διακηρύξεις των περί ισότητας οι Νεότουρκοι πολύ νωρίς έλαβαν περιοριστικά μέτρα κατά των Ελλήνων. Ειδικότερα μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους η Πύλη θα λάβει μέτρα αντεκδικήσεων κατά των Ελληνικής καταγωγής υπηκόων της με πολυάριθμα θύματα. Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος και η τοποθέτηση της Ελλάδας και της Τουρκίας σε αντιμαχόμενα στρατόπεδα, επέτρεψε στους Τούρκους να μετατρέψουν την πίεση κατά των Ελληνικών πληθυσμών σε διώξεις με μαζικό χαρακτήρα. Την πολιτική αυτή υπέστησαν πρώτοι οι παράκτιοι οικισμοί και τα θύματα μέχρι την ολοκλήρωση της καταστροφής συναριθμώνται τουλάχιστον σε 700.000. Πρόκειται πράγματι περί μιας γενοκτονίας του Μικρασιατικού Ελληνισμού.

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΙΘΥΜΙΑ ΓΙΑ ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ ΤΗΣ ΣΜΥΡΝΗΣ
Η πρώτη νύξη για Ελληνικές διεκδικήσεις στην Ιωνία θα γίνει το 1915, με αφορμή τις Βρετανικές προτάσεις περί ανταλλαγμάτων σε περίπτωση εξόδου της Ελλάδας στον πόλεμο, στο πλευρό της Αντάντ. Εκτοτε η Ελληνική διεκδίκηση μέρους της Δυτικής Ακτής της Αυτοκρατορίας γύρω στη Σμύρνη θα πολιτογραφηθεί. Από τότε η ιδέα αυτή θα συναντήσει τη σφοδρή επίθεση του Ιωάννη Μεταξά με τραγικά αποτελέσματα επί των Ελληνικών διεκδικήσεων. Ο Βενιζέλος φαίνεται από τότε είχε ξεκάθαρη εικόνα για τη μοναδική προϋπόθεση εξασφάλισης πλήρους ελέγχου στο Αιγαίο. Έλεγε ακόμα ότι η Ελλάδα «είναι δυνατόν να διασφαλίσει το μέλλον της από τη στιγμή που θα κυριαρχήσει στο Αιγαίο». Η κατάθεση της επιθυμίας από το 1915 θα διαμορφώσει το κλίμα διεκδικήσεων με το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν η Ελλάδα θα βρεθεί στο στρατόπεδο των νικητών, παρ΄ όλη την καθυστερημένη είσοδό της στον πόλεμο. Στις 31 Δεκεμβρίου 1918,σε επίσημο υπόμνημα που καταθέτει στη Συνδιάσκεψη των Παρισίων για την Ειρήνη αναφέρεται στις Ελληνικές επιδιώξεις και επικαλείται και τα ιστορικά δίκαια που συνηγορούσαν υπέρ των Ελληνικών αιτημάτων. Το πρώτο βήμα για την υλοποίηση αυτής της επιθυμίας ήταν η ευνοϊκή συγκυρία που δόθηκε τον Μάιο του 1919, όταν η Ελλάδα ανταποκρίθηκε στην πρόταση των πρωθυπουργών Μ. Βρετανίας, Γαλλίας και ΗΠΑ Λόιντ Τζώρτζ, Κλεμανσό και Ουίλσον αντίστοιχα, να καταλάβει η Ελλάδα την Σμύρνη, ώστε να αποτραπεί η κατάληψή της από τους Ιταλούς. Το γεγονός ότι οι Ιταλοί ετοιμάζονταν ήδη για πραξικοπηματική κατάληψη της πόλης οδήγησε στην πρόταση των συμμάχων προς την Ελληνική κυβέρνηση. Ο Βενιζέλος άδραξε την μοναδική αυτή ευκαιρία και κατέλαβε την περιοχή ως εντολοδόχος της Αντάντ. Εφεξής το ζήτημα θα ήταν η ενσωμάτωση της περιοχής στην Ελλάδα υπό καθεστώς πλήρους κυριαρχίας. Την μοναδική αυτή ιστορική στιγμή  εξυπηρετήθηκαν δύο σημαντικές ανάγκες: η εξασφάλιση της πλήρους κυριαρχίας στο Αιγαίο με τον έλεγχο της Ανατολικής του ακτής και την προστασία των Ελληνικών πληθυσμών, που είχαν υποστεί την πολιτική  γενοκτονίας των Νεότουρκων. Είχε επίσης δρομολογηθεί η διαμόρφωση μιας νέας γεωπολιτικής κατάστασης στο χώρο της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, που θα βασιζόταν πλέον στην απαλλαγή των Χριστιανικών πληθυσμών από την Ισλαμική κυριαρχία. Για όσους λένε ότι η απόβαση του Ελληνικού στρατού στη Σμύρνη εξυπηρετούσε τα συμφέροντα των ιμπεριαλιστών, είναι γεγονός ότι ο Βενιζέλος έτεινε να συναρμόσει την μέριμνα για τους ομοεθνείς της Μικράς Ασίας με τις γενικότερες πολιτικοιδεολογικές αναζητήσεις της Διεθνούς Κοινωνίας. Η περιρρέουσα συγκυρία ευνοούσε τις Ελληνικές επιδιώξεις και η Μεγάλη Βρετανία στη στήριξη της οποίας βασιζόταν η Ελλάδα, διένυε τότε την μέγιστη ναυτική της ισχύ.


ΟΙ ΝΕΕΣ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ
Είχαμε τότε διάφορες σχολές σκέψεις στην Ελλάδα. Ο Δραγούμης (υποστηρικτής της Ελληνοτουρκικής προσέγγισης), θεωρούσε το εγχείρημα ανέφικτο και προτιμούσε ένα μικτό Ελληνοτουρκικό Μικρασιατικό κράτος. Ο Ιωάννης Μεταξάς ήταν από το 1915 την αντίθετος στην ιδέα Ελληνικής κυριαρχίας στην Ιωνία. Θεωρώντας το εγχείρημα «αποικιακό» υπονόμευε κάθε προσπάθεια θετικής ρύθμισης των Ελληνικών συμφερόντων στη Μ. Ασία. Αρχικά η απόβαση στην Σμύρνη έβαινε καλώς. Η εμφάνιση του Κεμαλικού κινήματος δεν φόβισε ούτε τον Βενιζέλο ούτε τους συμμάχους. Τον Μάρτιο του 1920 ο Βενιζέλος έλεγε χαρακτηριστικά ότι οι δώδεκα εμπειροπόλεμες ελληνικές μεραρχίες δεν είχαν τίποτα να φοβηθούν από τις 60 ή 70 χιλιάδες ένοπλους αντάρτες του Μουσταφά Κεμάλ.
Τον Γενάρη του 1920 ο Κλεμανσό στη Γαλλία έχασε τις εκλογές και η νέα ηγεσία δεν έβλεπε με καλό μάτι την Βρετανική κυριαρχία στην εγγύς Ανατολή. Στις 5 Οκτωβρίου 1920 συντάσσεται ένα τολμηρό υπόμνημα προς τον Λόιντ Τζώρτς που ζητούσε την εκδίωξη των Τούρκων από την Κωνσταντινούπολη και την δημιουργία ενός νέου κράτους στον Πόντο από Έλληνες γηγενείς και όσους είχαν εκδιωχθεί στη Νότιο Ρωσία. Με το υπόμνημα αυτό οι Βενιζέλος έριχνε το βάρος της συνθήκης των Σεβρών στους Συμμάχους Η π΄ροταση αυτή γέμισε τους Βρετανούς με αμηχανία.

ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΑ …  «ΜΙΚΡΑ ΠΛΗΝ ΕΝΤΙΜΟΣ ΕΛΛΑΣ».
Οι Βρετανοί δεν ήσαν αρνητικοί. Μια εξαιρετικής σημασίας τηλεγραφική εντολή του Βρετανού υπουργού των Εξωτερικών Λόρδου Κώρζον προς τον ύπατο εκπρόσωπό του στην Τουρκία ναύαρχο ντε Ρόμπεκ θεωρούσε σφόδρα πιθανή την αναθεώρηση της συνθήκης σε βάρος της Τουρκίας. Το τραγικό για την Ελλάδα ήταν ότι το έγγραφο του Κώρζον συντάχθηκε τρεις μέρες αφ ότου  εκλογές στην Ελλάδα είχαν αναδείξει νικητή το φιλομοναρχικό, φιλογερμανικό Λαϊκό Κόμμα και ο Βενιζέλος απογοητευμένος είχε πάρει τον δρόμος της εθελούσιας εξορίας. Η συνέχεια είναι δραματική. Με την άφρονα πολιτική της η νέα κυβέρνηση θα διαλύσει το μέτωπο της συμμαχικής αλληλεγγύης. Με την συνέργεια του Μεταξά θα προκαλέσει η ίδια την ήττα. Με τον πλέον αποκαλυπτικό τρόπο η Ελληνική τραγωδία απεικονίζεται στο τηλεγράφημα του Γούναρη μετά την κατάρρευση του μετώπου τον Αύγουστο του 22 στον Έλληνα αρμοστή Αριστείδη Στεργιάδη. Διατάσσει να μην επιτρέψει την δημιουργία προσφυγικού προβλήματος στην Ελλάδα, εγκαταλείποντας τους Χριστιανούς Έλληνες και Αρμένιους στο έλεος του Κεμάλ, ο οποίος γιόρτασε τη νίκη του «με την τέφρα της Σμύρνης και την μεγάλη σφαγή του κει ελληνικού πληθυσμού», όπως έγραψε στα απομνημονεύματα του ο Τσώρτσιλ, ένας από τους θερμούς υποστηρικτές της «ακεραιότητας» της Τουρκίας.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Η Ελλάδα σήμερα βρίσκεται ακόμα στον αστερισμό της απόδοσης ευθυνών της πολιτικής των Βενιζελικών, Μοναρχικών και Κομμουνιστών. Διατυπώνονται ακόμα απόψεις του τύπου «τι δουλειά είχαμε στη Σμύρνη» και εμφανίζονται ακόμα και θέσεις ότι «δεν χάθηκε και τίποτα έτσι κι αλλιώς αν γινόταν Ελληνική η Σμύρνη θα ακολουθούσε την τύχη της υπόλοιπης Ελλάδας στον μαρασμό». Οι απόψεις αυτές βέβαια έχουν άριστη εφαρμογή στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου που χωρίς τη Σμύρνη, είναι πράγματι καταδικασμένα. Με βάση τη συγκεκριμένη γεωπολιτική αντίληψη τα φυσικά όρια της Ελλάδας ταυτίζονται με τη γραμμή Μεταξά του Ολύμπου και άντε το πολύ με τις Κυκλάδες και την Κρήτη. Όμως η Ιστορία δεν γράφεται έτσι. Παράλληλα ένα από τα ζητήματα που μας προβλημάτισαν στην Ελλάδα ήταν αν, οι έξι που εκτελέστηκαν στο Γουδί σαν υπαίτιοι, ήσαν ένοχοι ή όχι. Με την σημερινή μετατροπή της Τουρκίας από ασιατικό σε ευρωπαϊκό κράτος και την ραγδαία οικονομική και πληθυσμιακή ανάπτυξη\ή της, αντιλαμβανόμαστε τις ολέθριες συνέπειες της ανορθολογικής τους πολιτικής. Οι ένοχοι με κάθε τρόπο προσπαθούν ακόμα και σήμερα να δημιουργήσουν σύγχυση. Κι αυτό γιατί όπως έγραψε για τη Μικρασιατική πρόκληση ο Βρετανός πρωθυπουργός Λόιντ Τζώρτς! «Κάθε τραγωδία είναι μίξη σφαλμάτων και ατυχημάτων. .. Ουδέποτε το φαινόμενο αυτό απεικονίστηκε εναργέστερα απ’ ότι στην ιστορία της Ελληνικής αποτυχίας στον πόλεμο…».

********************************************************************************


Η Δημοκρατία σε κρίση υπαρξιακή

Μέχρι και το 74 οι Ελληνικές κρίσεις είχαν σαν ζητούμενο την Δημοκρατία. Από το 74 και μετά υπάρχει πρόβλημα εφαρμογής της που έχει οδηγήσει στην σημερινή υπαρξιακή της κρίση

Ξεφυλλίζοντας την ιστορία της πατρίδας μας, διαπιστώνουμε ότι το Κίνημα στο Γουδή, η Μικρασιατική καταστροφή, η δικτατορία του Μεταξά, η Κατοχή, ο Εμφύλιος, η Mαύρη Δημοκρατία τις δεκαετίες του 60 και 70 και τέλος η Χούντα του 67, δεν ήσαν παρά κρίσεις που είχαν σαν στόχο την εγκαθίδρυση της Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας, είχαν ζητούμενο την ίδια την  Δημοκρατία. Από το ΄74 και μετά οι κρίσεις αυτές ξεπεράστηκαν, αποτελειώνοντας μάλλον οριστικά  τη βασιλική μοναρχία και φτιάξαμε το Σύνταγμα που θέσπισε τούς κανόνες της Δημοκρατίας. Ακολούθησε μια ομαλή σχετικά πορεία, μέχρι που φθάσαμε ως εδώ, σε μια κρίση πέρα από οικονομική,  υ π α ρ ξ ι α κ ή. Μια κρίση που δεν απειλεί απλά την ευημερία μας αλλά θέτει σε αμφισβήτηση τη θέση μας στην Ευρώπη και τον κόσμο, θέτοντας παράλληλα και  ζητήματα εθνικής κυριαρχίας. Η κοινωνία που δημιουργήσαμε βιώνει πλέον ένα αδιέξοδο. 
 
Η κρίση που βιώνουμε σήμερα δεν αναζητά πλέον τη Δημοκρατία αλλά την εφαρμογή της. Έχοντας σαν δεδομένο ότι αυτή τη φορά δεν είχαμε κανένα στον σβέρκο μας, τι κάναμε άραγε λάθος; Το έλλειμμα της Δημοκρατίας μας δεν εντοπίζεται στη λειτουργία των θεσμών αλλά στην ουσιαστική αποδοχή της φιλοσοφίας της από του πολίτες. Η φιλοσοφία αυτή απαιτεί εκτός των άλλων δύο βασικές αρχές: την καθολική ομολογία πως η πλειοψηφία κυβερνά και τον σεβασμό στα δικαιώματα του άλλου. Κι εδώ νομίζω πως εντοπίζεται το μεγάλο πρόβλημα της Δημοκρατίας που ποτέ δεν είχαμε. Βιώνουμε μια γενικευμένη ανομία, η οποία εμφανιζόμενη σαν πολιτική ανυπακοή, αμφισβητεί το δικαίωμα της πλειοψηφίας να κυβερνά. Διότι δεν μπορείς κύριε τέτοιε μας να λες «δεν μ’ αρέσει αυτός ο νόμος και δεν τον εφαρμόζω». Αμφισβητείς την ίδια την αξία της Δημοκρατίας. Γιατί αυτό σημαίνει απλά ότι οποιεσδήποτε αλλαγές δεν εξαρτώνται από την αλλαγή Κυβέρνησης αλλά από παράγοντες εξωκοινοβουλευτικής δύναμης. Με δυο λόγια χωρίζει την κοινωνία σε ομάδες συμφερόντων που παλεύουν να επιβάλουν τη δική τους θέληση, την υπεροχή δηλαδή της συντεχνιακής διεκδίκησης σε βάρος του γενικού συμφέροντος. Η εικόνα αυτή της αδιαφορίας για τα δικαιώματα των άλλων είναι έκδηλη στις συμπεριφορές μας. Από τους δρόμους που καταλαμβάνουν οι διαδηλώσεις μερικών ψυχανώμαλων που παραλύουν το κέντρο μιας πόλης, από  τις καταλήψεις των πεζοδρομίων, το κλείσιμο των εθνικών οδών από τις χούντες των τρακτέρ και πάει λέγοντας. Μετράμε δηλαδή τους άλλους μόνο σαν φίλους και σύμμαχους των εγωιστικών μας συμφερόντων και όχι και όχι σαν άξιους σεβασμού των δικαιωμάτων τους.

Στο ερώτημα πως ζούμε σε μια δημοκρατία χωρίς τα συστατικά στοιχεία της ιδεολογίας της, η ευθύνη για το ιδεολογικό έλλειμμα της Δημοκρατίας βαραίνει την αριστερά, της οποίας η ιδεολογία κυριάρχησε από το 74 και μετά. Και οι μεν κουμουνιστές που διακηρύσσουν έντιμα ότι αντιστρατεύονται στην δημοκρατία μας επειδή είναι «αστική» ή «ταξική», εμμένοντας σε μια δικτατορία που όπου εφαρμόστηκε ταυτίσθηκε με τον ολοκληρωτισμό, την οπισθοδρόμηση και τη στανική  τη βία των λίγων σε βάρος των πολλών. Το νόμος είναι το δίκιο του εργάτη, βρήκε απήχηση στον καθένα μας που έβαζε τον εαυτό του στη θέση του εργάτη και στη θέση του νόμου το ατομικό του συμφέρον. Το συντεχνιακό συμφέρον επικρατεί κάθε λογικής και η αδιαφορία για τα δικαιώματα των άλλων είναι έκδηλη σε πολλές εκδηλώσεις της κοινωνικής ζωής. Το ΠΑΣΟΚ τη δεκαετία του 80, επικρατώντας με αριστερά συνθήματα, ενστερνίσθηκε πλήρως την παλαιοκομμουνιστική ιδεολογία και με τους δημόσιους (κυριολεκτικά) συνδικαλιστές εφάρμοσαν κατά γράμμα τον κανόνα «νόμος είναι ότι με συμφέρει», δημιουργώντας και εξυπηρετώντας πελατειακά συμφέροντα.

Από την άλλη η Δεξιά δεν θέλησε να αντιτάξει μια φιλελεύθερη ιδεολογία, αλλά υιοθέτησε την ίδια αριστερή συντεχνιακή αντίληψη της κοινωνίας, συμβάλλοντας σε ένα πλήθος ιδιοτελών και εγωιστικών συμφερόντων. Ακούγοντας ακόμα και σήμερα τους συνδικαλιστές της, αναρωτιέσαι αν είναι πράγματι δεξιοί ή κρυφοαριστεροί. Που να κατατάξει κανείς σήμερα τον Δημαρά; Στη Δεξιά ή στην Αριστερά; ΠΑΣΟΚ και Νέα Δημοκρατία λοιπόν που κυβέρνησαν από το 74 και μετά είναι το ίδιο υπεύθυνοι για το ότι δεν εφαρμόστηκε ποτέ η Δημοκρατία. Για το ιδεολογικό της όμως έλλειμμα, είναι υπεύθυνη η Αριστερά στην ευρεία της έννοια, που ελέγχοντας ουσιαστικά την «διανόηση» δεν έχανε την ευκαιρία να υποστηρίζει ότι η «αστική» δημοκρατία δεν αποτελεί αξία.